Για τους κατοίκους της Τσακίστρας, όπως οι ίδιοι αναφέρουν, το Πάσχα, ήταν η πιο μεγάλη θρησκευτική γιορτή. Οι χωριανοί συμμετείχαν συναισθηματικά στα Πάθη και στην Ανάσταση του Χριστού, συμμετείχαν στη θλίψη της πορείας προς το Γολγοθά αλλά και στη χαρά της Αναστάσεως.
Οι προετοιμασίες για το Πάσχα άρχιζαν το πρωί του Σαββάτου του Λαζάρου. Τη μέρα αυτή, τα παιδιά επισκέπτονταν τα σπίτια του χωριού και τραγουδούσαν το Λάζαρο.
Την Κυριακή των Βαΐων, η κάθε οικογένεια έπαιρνε στην εκκλησία μια δέσμη ελιάς και την άφηνε εκεί για σαράντα μέρες για να αγιαστεί.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, τα παιδιά συγκέντρωναν ξύλα στο προαύλιο της Εκκλησίας «για να κάψουν τον Ιούδα». Ταυτόχρονα, οι νοικοκυρές ασχολούνταν με τη σχολαστική καθαριότητα του σπιτιού έτσι ώστε να μπορούν να υποδεχτούν τη μεγάλη γιορτή.
Τη Μεγάλη Παρασκευή γινόταν το στόλισμα του Επιταφίου από τα κορίτσια του χωριού, τα οποία προηγουμένως μάζευαν λουλούδια.
Η ακολουθία της Ανάστασης άρχιζε τη νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου και κυρίως την ώρα του «Καλού Λόγου», στις δώδεκα τα μεσάνυκτα, όλο το χωριό ήταν στην εκκλησία.
Το πρωί της Κυριακής, έντεκα η ώρα, ψελνόταν ο Εσπερινός της Αγάπης. Τελειώνοντας ο Εσπερινός, κάποιος από τους χωριανούς ανέβαινε πάνω σε ένα βάθρο και έλεγε το τραγούδι της Ανάστασης. Ακολούθως, οι χωριανοί πήγαιναν στα σπίτια τους και απολάμβαναν πλουσιοπάροχο γεύμα που αποτελείτο από ψητό του φούρνου, «φλαούνες» και κόκκινα αυγά. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, οι χωριανοί συγκεντρωνόταν στη μικρή πλατεία του χωριού και έπαιζαν διάφορα παραδοσιακά παιχνίδια, χόρευαν και τραγουδούσαν.
Πηγή: Σημειώσεις Κοινοτικού Συμβουλίου |